Κάποτε πριν πολλά – πολλά χρόνια, σε ένα τεράστιο δάσος από πεύκα, ζούσαν ευτυχισμένα πολλά ζώα, πολλά πουλιά και πολλά ζουζούνια. Καθώς ερχότανε η άνοιξη και περισσότερο κέφι να είχαν θα έπρεπε, εκείνα σε βαθιά θλίψη είχαν πέσει.
Ο μόνος που ξεχώριζε για το κέφι του ήταν ένας τζίτζικας, που τραγουδούσε ασταμάτητα μέρα και νύχτα. Όταν τον ρωτούσαν άλλοτε απορημένα και άλλοτε ενοχλημένα τα άλλα ζώα, τα πουλιά και τα ζουζούνια τους έλεγε …. «έχω όνειρα, πολλά όνειρα». Για αυτό το λόγο και όλοι τον φώναζαν ονειροπαρμένο. Η αλήθεια είναι πως ο κεφάτος τζίτζικας, είχε βάλει ονειροπαγίδες κρυφά απ τους άλλους, σε όλες τις φωλιές, για να παγιδεύει εκεί όλα τα όνειρα.
Tα σχέδιά του όμως του χάλασε η αλεπού, που του έκανε το ίδιο. Tα πράγματα μπερδεύτηκαν ακόμα περισσότερο όταν, από ένα λάθος, ξεχείλισαν οι ονειροπαγίδες και ανακατεύτηκαν όλα τα όνειρα. Όλοι είχαν χάσει τον εαυτό τους, κάποιοι άλλοι είχαν γίνει. Κάτι τους έλειπε…
