Ο κόσμος του Πάνου Καρνέζη είναι ένα ανώνυμο ελληνικό χωριό. Οι χαρακτήρες του είναι οι άνθρωποι που ζουν εκεί -ο παπάς, ο κουρέας, η πόρνη, ο γιατρός, η μοδίστρα, ο δήμαρχος- αλλά και κάποια ζώα: ένας κένταυρος, ένας παπαγάλος που απαγγέλλει Όμηρο, ένα άλογο που λέγεται Ιστορία. Σ’ αυτή τη μικρή κοινωνία οι ζωές όλων διασταυρώνονται και όλοι σχεδόν γνωρίζουν τα μυστικά των άλλων -τα αποσιωπημένα εγκλήματα, τα μυστήρια, τις μικρές ατιμίες που δεν παύουν να διαπράττονται.
Ο Πάνος Καρνέζης παρατηρεί τους κατοίκους του απίθανου αυτού τόπου με μεγαλόψυχη ματιά και δημιουργεί έναν κόσμο όπου η σκληρή πραγματικότητα νικά κάθε φορά τη μαγεία, έναν κόσμο ταυτόχρονα, οικουμενικό, αστείο και πέρα για πέρα συναρπαστικό.
Στη θερινή έπαυλη ενός φανατικού συλλέκτη έργων τέχνης συγκεντρώνεται μια μεγάλη συντροφιά για να περάσει ολιγοήμερες ευχάριστες διακοπές. Ωστόσο, ένα ατύχημα φέρνει τ’ απάνω κάτω. Ο Νέστωρ Τσαφίνο, αρχιμάγειρος, ζαχαροπλάστης διάσημος για τη δεξιοτεχνία του στη σοκολάτα φοντάν, ιδιοκτήτης ενός τσιγκελωτού, ιδιαιτέρως εντυπωσιακού μουστακιού, βρίσκεται νεκρός μέσα στην αποθήκη-ψυγείο της έπαυλης. Οι ένοικοι αναστατώνονται ( ή έτσι τουλάχιστον δείχνουν ) απ’ το απροσδόκητο και μακάβριο αυτό γεγονός. Όλα δείχνουν ότι πρόκειται για ένα τυχαίο ατύχημα. Κι όμως, όλοι τους κάπου έχουν λερωμένη τη φωλιά τους. Η Αδέλα, ο Ερνέστο, ο Σεραφίν, η Χλόη … Θα είχαν ο καθένας ξεχωριστά έναν σοβαρό λόγο να βγάλουν απ’ τη μέση τον Νέστορα της μαγειρικής που γνώριζε, κατά διαβολική σύμπτωση, το χειρότερο κομμάτι της βολικής ζωής του καθενός τους: τις μικρές και μεγάλες ατιμίες που είχαν διαπράξει.